• Αναζήτηση

25 χρόνια από την εκλογή του Κώστα Σημίτη

Σαν χθες, 25 χρόνια πριν, με τη νίκη του Κώστα Σημίτη στις εκλογές του 1996 άνοιγε μια νέα σελίδα για τη χώρα. Από την Ελλάδα του Κοσκωτά, του «μακεδονικού αγώνα», την «κυβέρνηση της γκάφας» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και την παρακμή του Ωνασείου, άρχιζε η Ελλάδα του εκσυγχρονισμού.

Μια πορεία με εμβληματικούς στόχους-ορόσημα, όπως η είσοδος στην Ευρωζώνη και το ευρώ, τα μεγάλα έργα, οι μεταρρυθμίσεις στο κράτος και την κοινωνία, η οικονομική ανάπτυξη, η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος από το κράτος, η στροφή στην επιχειρηματικότητα, οι αποκρατικοποιήσεις.

Ο Κ. Σημίτης ήθελε να κάνει την Ελλάδα μια μοντέρνα χώρα, να την απαλλάξει από τις αρχαϊκότητες. Για πολλούς ήταν ο τελευταίος πρωθυπουργός που είχε σχέδιο, συνεκτικό και συγκροτημένο. Το σχέδιο του εκσυγχρονισμού του κράτους και της κοινωνίας, μέσα από μια διπλή προσπάθεια να αλλάξει το ΠΑΣΟΚ και μαζί να αλλάξει τη χώρα.

Οι απολογισμοί, όταν δεν είναι μονόπλευροι, δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Επιγραμματικά, λίγοι πάντως μπορεί να διαφωνήσουν ότι η πρώτη τετραετία Σημίτη ήταν ίσως η πιο γόνιμη περίοδος της μεταπολίτευσης. Και η δεύτερη τετραετία, μια περίοδος αποτυχίας. Μια περίοδος κόπωσης των μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού και ανάδειξης όλων των παθογενειών και των δύσμορφων χαρακτηριστικών του ΠΑΣΟΚ.

Ηδη από την εκλογική βραδιά-θρίλερ του 2000 και τη δύσκολη νίκη του ΠΑΣΟΚ, αρκετοί συνεργάτες του τον είχαν προειδοποιήσει ότι «με αυτό το ΠΑΣΟΚ δεν ξανακερδίζουμε εκλογές». Οι πιο «ριζοσπαστικοί» της κλειστής ομάδας του Μαξίμου είχαν εισηγηθεί τολμηρές πρωτοβουλίες, που έφταναν σε νέο πολιτικό φορέα ή στον «βίαιο» μετασχηματισμό του ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε, τα φαινόμενα διαφθοράς και αλαζονείας δεν κρύβονταν πλέον κάτω από το χαλί.

Το σημείο καμπής για τον Κ. Σημίτη ήταν η μεγάλη σύγκρουση με το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού το 2001, στην αρχή της δεύτερης τετραετίας. Εκεί στο μυαλό του γύρισε επίμονα η ιδέα της ρήξης με το «βαθύ ΠΑΣΟΚ».

Τελικά, δεν την τόλμησε. Αποφάσισε να προχωρήσει με «όλους μαζί» και έτσι ναρκοθέτησε τη δεύτερη τετραετία του. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Ασκήσεις ισορροπίας, συμβιβασμοί σε μέσους όρους, μεταρρυθμιστική κόπωση και στο τέλος το χειρότερο. Η παράδοση της ηγεσίας στον Γ. Παπανδρέου σχεδόν με «ανάθεση», γιατί κάποιοι τον έπεισαν ότι ο «μύθος των Παπανδρέου» μπορεί να λειτουργήσει ξανά και να γίνει το «θαύμα»: το ΠΑΣΟΚ να κερδίσει μια τρίτη διαδοχική εκλογική νίκη. Ολα αποδείχθηκαν μπούρδες.

Νέα Κεντροαριστερά
Αν ο Κ. Σημίτης είναι ο τελευταίος πρωθυπουργός που διέθετε σχέδιο, μπορεί ταυτόχρονα να διεκδικήσει και μια δεύτερη πρωτιά. Να είναι ο πρώτος που προσπάθησε να δημιουργήσει ένα σύγχρονο κόμμα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Εστω και με τις ιδιομορφίες του «φαινομένου ΠΑΣΟΚ».

Για να θυμηθούμε την εποχή, η ύστερη δεκαετία του ’90 έφερε μια άνοιξη της Κεντροαριστεράς σε πολλές χώρες. Με τους «Νέους Εργατικούς» του Τόνι Μπλέρ στη Βρετανία, το «νέο Κέντρο» με το SPD του Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία, τον Λιονέλ Ζοσπέν στη Γαλλία και τον Μάσιμο ντ’ Αλέμα στην Ιταλία. Με τους «νέους Δημοκρατικούς» του Μπιλ Κλίντον στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.

Όλες αυτές οι εκδοχές της Κεντροαριστεράς αναζητούσαν έναν «Τρίτο Δρόμο» ανάμεσα στον νεοφιλελευθερισμό και την παλιά και παρωχημένη συνταγή της μεταπολεμικής Σοσιαλδημοκρατίας. Ο φρέσκος άνεμος της νέας και φιλόδοξης Κεντροαριστεράς, που κέρδιζε διαδοχικές εκλογικές νίκες στην Ευρώπη και την Αμερική, έδινε το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναδύθηκε και το εκσυγχρονιστικό σχέδιο του Κ. Σημίτη. Με όχημα, βέβαια, ένα κόμμα, το ΠΑΣΟΚ, που είχε γίνει πλέον ένας εκλογικός μηχανισμός νομής και αναδιανομής της εξουσίας. Ενα κόμμα-καρτέλ που μέχρι το 2004 κυβέρνησε για 19 χρόνια την Ελλάδα από το 1981.

Αυτό το δεδομένο προεξοφλούσε περίπου ότι η επαγγελία του εκσυγχρονισμού θα ήταν ένα εγχείρημα σχεδόν αδύνατο. Παρ’ όλα αυτά, ο Κ. Σημίτης το επιχείρησε, έφερε νέες ιδέες στο προσκήνιο, έδωσε πνοή στον ευρωπαϊσμό και τον μεταρρυθμισμό, ανέδειξε μια νέα γενιά στελεχών που ξέφευγαν από τον μέτριο μέσο όρο του διαθέσιμου πολιτικού προσωπικού της χώρας.

Και στο τέλος, το άφησε στη μέση. Ακόμη χειρότερα, το γύρισε πολλά χρόνια πίσω, παραδίδοντας τα κλειδιά στον «νόμιμο ιδιοκτήτη» του, τον παπανδρεϊσμό στη σύγχρονη εκδοχή του.

Η ίδια γλυκόπικρη γεύση που χαρακτηρίζει το σχέδιο του εκσυγχρονισμού αναδύεται και από την κατάληξη του εγχειρήματος για τον μετασχηματισμό του ΠΑΣΟΚ σε σύγχρονο κόμμα της ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς. Τολμηρές ιδέες, αξιοσημείωτα κέρδη, ατελείωτες ελπίδες και προσδοκίες, αλλά στο τέλος αυτός που κερδίζει είναι το… παλιό. Η Ελλάδα επέστρεψε στον Καραμανλή και το ΠΑΣΟΚ στον Παπανδρέου. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Τουλάχιστον, όμως, ο Κ. Σημίτης κερδίζει ένα εύσημο. Το προσπάθησε και κέρδισε αρκετούς στόχους, που και σήμερα παραμένουν εμβληματικοί. Δεν είναι και λίγο…

 

Ροή Ειδήσεων