• Αναζήτηση

Απόπειρα απάντησης σε αυτούς που αντιμάχονται το θεσμό των Κοινοτήτων

*του Παναγιώτη Ι. Λύρα

Με τίτλους ανατριχιαστικούς όπως «νεκρανάσταση» και «αντισυνταγματικότητα» ή ακόμα και το επικό «γιατί μας αντιμετωπίζουν έτσι οι αιρετοί των Κοινοτήτων εμάς τους Δημάρχους λες και είμαστε έμποροι ναρκωτικών» θεσμικά και μη πρόσωπα προσπαθούν να βρουν επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν το καίριο πλήγμα την ενδοδημοτική αποκέντρωση, όπως εισάγεται με τον υπό κατάθεση εκλογικό νόμο για την Αυτοδιοίκηση. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος που έρχεται προσεχώς στη Βουλή δεν αγγίζει τις αρμοδιότητες και την αποστολή των Κοινοτήτων, ο περιορισμός του αριθμού των Κοινοτικών Συμβούλων, η κατάργηση Κοινοτήτων και η αλλαγή του τρόπου εκλογής περιορίζει ακόμα περισσότερο το ρόλο τους.
Και είναι εκ των πραγμάτων δεδομένο ότι στην Ελλάδα του 2021 οι Κοινότητες δεν αποτελούν ένα ομοιόμορφο σύνολο. Άλλος ο ρόλος αυτών που προέρχονται από τη συνένωση των παλιών Κοινοτήτων (με Καλλικράτη και Καποδίστρια) και άλλος με την ενδοδημοτική αποκέντρωση των παλιών δημοτικών διαμερισμάτων των μεγάλων Δήμων. Δεδομένη επίσης είναι η αναγκαιότητα να λειτουργούν ως θεσμοί πολιτικής συμμετοχής και αντιπροσώπευσης κατά τόπους στα χωριά, στις κωμοπόλεις αλλά και στις πόλεις με τις πολλές γειτονιές και πολλές καθημερινές ανάγκες. Ιμάντες που συνδέουν τον πολίτη με τη διοίκηση του Δήμου και το κυριότερο είναι το πεδίο που αναπτύσσεται η διεκδίκηση για περισσότερη Δημοκρατία και συμμετοχή των κατοίκων στην Αυτοδιοίκηση.
Στις Κοινότητες λοιπόν ο νέος εκλογικός νόμος του Υπουργείου Εσωτερικών επιφέρει τις παρακάτω αλλαγές «ευλογημένες» από την ΚΕΔημάρχωνΕ:
Καταργεί την ξεχωριστή κάλπη για την εκλογή των αιρετών των Κοινοτήτων. Η ξεχωριστή κάλπη απλούστευσε και απεγκλώβισε τους υποψήφιους Δημάρχους από την υποχρέωση να διαιρέσουν τους μικρούς τόπους σε ημετέρους και αντιπάλους. Να συμπεριλάβουν στα ψηφοδέλτια αυτούς που έχουν τη διάθεση να γίνουν μέλη συνδυασμών με επικεφαλής, επιθυμία ανέλιξης και πεδίο δράσης το μεγάλο Δήμο. Να καταρτίσουν προεκλογικά προγράμματα και συνδυασμούς χωρίς τοπικιστικές επικαλύψεις, διαιωνίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο μια παλιά κακή συνήθεια ιδιαίτερα της επαρχίας με τα χρώματα των καφενείων.
Καταργεί το Συμβούλιο της Κοινότητας από 300 έως 500 κατοίκους και αντικαθιστά τον Πρόεδρο από εκπρόσωπο. Αυτό αφορά 1466 Κοινότητες και περίπου 3.000 αιρετούς που καταργούνται (2 ανά Κοινότητα). Τι κοστίζει άραγε να ασχολούνται με τα κοινά περισσότεροι άνθρωποι;
Καταργεί την εκλογή Συμβουλίου Κοινότητας στις έδρες των Δήμων. Η θέσπιση Συμβουλίου Κοινότητας και στην έδρα λειτούργησε ενοποιητικά ιδίως στους Δήμους του «Καλλικράτη» διότι δεν επιτρέπει την άνιση μεταχείριση μεταξύ κωμοπόλεων ή και πόλεων που συνυπάρχουν εντός του ιδίου διευρυμένου Δήμου και φέρουν παλαιούς ή και νέους εύλογους ανταγωνισμούς. Επίσης λειτουργεί ενισχυτικά στην καθημερινότητα μιας πόλης κυρίως για το μη κέντρο, τις γειτονιές και τους οικισμούς.
Επαναφέρει την εκλογή των Συμβούλων Κοινότητας με βάση το αποτέλεσμα της εκλογής του Δημάρχου καθιερώνοντας έτσι ενιαία ενισχυμένη πλειοψηφία 3/5 σε όλα τα Συμβούλια Κοινότητας και αυτό. Δηλαδή ανεξάρτητα ποιον θέλει ο τόπος, Πρόεδρος θα εκλεγεί ο υποψήφιος του Δημάρχου.
Κανένα ζήτημα κυβερνησιμότητας δε λύνεται με τις παραπάνω ρυθμίσεις, αφού οι Κοινότητες έχουν γνωμοδοτικές αρμοδιότητες με τους ισχύοντες νόμους και δεν υπάρχει εμπλοκή σε τυχόν διχογνωμία μεταξύ Δημοτικής αρχής και Κοινοτικών Συμβουλίων. Άρα οι λόγοι αλλαγής της εκλογικής διαδικασίας στις Κοινότητες θα πρέπει να αναζητηθούν στην εξυπηρέτηση των Δημάρχων και την παραταξιακή συσπείρωση των δημοτικών παρατάξεων.

Οι κυψέλες της τοπικής Δημοκρατίας, οι Κοινότητες, δεν μπορούν να μένουν στο περιθώριο και μακριά από τις ευρωπαϊκές αρχές της εγγύτητας και επικουρικότητας. Παρά τη σχετική – και όχι διοικητική – αυτονομία τους αποδεικνύουν καθημερινά 24/24 και 365/365, ότι είναι ο μάχιμος συμπαραστάτης των συμπολιτών και συγχωριανών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, για τον ευπρεπισμό των χωριών και των πόλεων, η πρώτη γραμμή της πολιτικής προστασίας και του εθελοντισμού και ο ρόλος τους είναι καθοριστικός στην τοπική ανάπτυξη και στην εθνική σύνδεση. Συμβάλλουν καθοριστικά στην πολυεπίπεδη τοπική διακυβέρνηση και στην ενδοδημοτική συνοχή με την άρση των ανισοτήτων και ενδυναμώνουν την κοινή δημοτική συνείδηση. Συσπειρώνουν τους πολίτες και με την προτροπή τους αναδεικνύουν και προωθούν δράσεις συμετοχικότητας και δίκαια αποκαλούνται θεμέλια και κύτταρα Δημοκρατίας.

Κάποιες προτάσεις επί του εν λόγω νομοσχεδίου που θα μπορούσαν να τύχουν μεγαλύτερης εμβάθυνσης είναι και οι ακόλουθες:

Πρώτο: Ο αριθμός των μελών του Συμβουλίου της Κοινότητας να παραμείνει ως έχει. Αύξηση χρειάζεται για να αυξηθούν οι γνώμες και με ευρεία αντιπροσωπευτικότητα να μεταφέρουν τα αιτήματα, τα προβλήματα και τις προτάσεις των χωριών, των κωμοπόλεων και των συνοικιών της κάθε πόλης. Ο ρόλος άλλωστε των Κοινοτικών Συμβούλων είναι συμβουλευτικός ή εισηγητικός και σπανίως αποφασιστικός.

Δεύτερο: Η εκλογή των Συμβουλίων των Κοινοτήτων να γίνεται με το σύστημα της απλής αναλογικής. Μεγαλύτερη δημοκρατική νομιμοποίηση στον Πρόεδρο και το Συμβούλιο αφού η αποστολή τους είναι να εκπροσωπούν τους κατοίκους στη διοίκηση του Δήμου. Η ψήφος του Προέδρου είναι τοπική ψήφος και αυτό είναι κατάκτηση και πρέπει να προστατευτεί.
Τρίτο: Η αποφυγή της ξεχωριστής κάλπης μπορεί να επιτευχθεί με την καθιέρωση του ενιαίου ψηφοδελτίου σε όλες τις Κοινότητες, αδιακρίτως πληθυσμού, το οποίο θα ενσωματώνεται στο ψηφοδέλτιο όλων των δημοτικών συνδυασμών. Στην περίπτωση αυτή, εναλλακτικά, ως Πρόεδρος μπορεί να εκλέγεται απευθείας ο πρώτος σε προτιμήσεις υποψήφιος σύμβουλος.
Τέταρτο: Οι μεγάλες Κοινότητες των εδρών στους μεγάλους Δήμους των μητροπολιτικών κέντρων είναι χρήσιμο να επανασχεδιαστούν έτσι ώστε να αντιστοιχούν σε περιορισμένο αριθμό συνοικιών και να επιτυγχάνεται η αμεσότητα με τους κατοίκους.

Ο διεκδικητικός ρόλος των Συμβουλίων Κοινοτήτων είναι κρίσιμος για την λειτουργία της τοπικής Δημοκρατίας, ιδίως μετά την επαναφορά συστήματος ενισχυμένης πλειοψηφίας. Τα όργανα της ενδοδημοτικής αποκέντρωσης και λαϊκής συμμετοχής λειτουργούν ως θεσμικά αντίβαρα όταν ενδυναμώνουν τη άμεση λαϊκή νομιμοποίηση και συμβάλλουν στον δημοκρατικό πλουραλισμό στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

*Ο Παναγιώτης Ι. Λύρας είναι Πρόεδρος Συμβουλίου Κοινότητας Καλαμάτας, Πρόεδρος Ένωσης Προέδρων Κοινοτήτων Μεσσηνίας και μέλος Συντονιστικής Επιτροπής Δικτύου Κοινοτήτων Ελλάδας

Ροή Ειδήσεων