Με αφορμή τη θετική γνωμοδότηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος της Περιφέρειας Πελοποννήσου για τη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) του έργου «Έρευνα και Εκμετάλλευση Υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή Νότια της Πελοποννήσου», η Λαϊκή Συσπείρωση δηλώνει κατηγορηματικά την αντίθεσή της σ’ αυτούς τους επικίνδυνους, αντιλαϊκούς και αντιπεριβαλλοντικούς σχεδιασμούς.
Όπως αναφέρει «το έργο αυτό δεν είναι ένα «αναπτυξιακό βήμα» όπως προσπαθούν να το παρουσιάσουν η κυβέρνηση και οι εκφραστές της στην Περιφέρεια, αλλά τμήμα του ευρύτερου σχεδίου εκχώρησης κρίσιμων πλουτοπαραγωγικών πηγών στους ενεργειακούς κολοσσούς, ελληνικούς και ξένους. Η διαχείριση του ενεργειακού πλούτου γίνεται όχι με βάση τις λαϊκές ανάγκες, αλλά με κριτήριο την κερδοφορία των μονοπωλίων.
Όπως δείχνει η εμπειρία σε κάθε ανάλογο εγχείρημα, ο λαός δεν έχει να περιμένει τίποτα θετικό:
- Δεν θα απολαύσει φθηνή ενέργεια.
- Δεν θα αποκτήσει ενεργειακή ασφάλεια.
- Δεν θα βρει σταθερή και αξιοπρεπή δουλειά.
- Δεν θα προστατευτεί το περιβάλλον.
Αντίθετα, θα θυσιαστούν το περιβάλλον, οι ανάγκες του λαού και η ασφάλεια των λαών της περιοχής στον βωμό της γεωστρατηγικής «αναβάθμισης», που είναι ταυτόσημη με την εμπλοκή σε ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολεμικά σενάρια.
Η περιοχή όπου σχεδιάζεται η εξόρυξη – όπως και η Νότια Κρήτη – βρίσκεται σε κρίσιμη γεωστρατηγική θέση, ανάμεσα σε αντικρουόμενα συμφέροντα ενεργειακών και στρατιωτικών μπλοκ. Οι δρόμοι του πετρελαίου και του φυσικού αερίου είναι στρωμένοι με το αίμα των λαών, όπως δείχνουν οι πόλεμοι σε Ουκρανία, Παλαιστίνη, Μέση Ανατολή.
Δεν μπορούμε να δούμε το θέμα «στενά περιβαλλοντικά», αν και οι επιπτώσεις είναι ήδη σοβαρές: σεισμικές έρευνες μέσα στην Ελληνική Τάφρο, ένα από τα σπανιότερα θαλάσσια οικοσυστήματα του πλανήτη, που φιλοξενεί διάφορα είδη που απειλούνται άμεσα από τη ρύπανση, τους ηχοβολισμούς κλπ».
Η απάντηση στον Σπύρο Τζινιέρη
Η Λαϊκή Συσπείρωση απαντά στον αντιπεριφερειάρχη Σπύρο Τζινιέρη που χαρακτήρισε «εθνικά επιζήμιες» τις θέσεις της Λαϊκής Συσπείρωσης:
«Απέναντι στη σταθερή θέση της Λαϊκής Συσπείρωσης ενάντια στους σχεδιασμούς αυτούς, ο κ. Τζινιέρης έφτασε στο σημείο να μιλήσει για «εθνικά επιζήμιες» στάσεις και να μας επιρρίψει ευθύνες για τις «γκρίζες ζώνες»! Όμως, γκρίζες ζώνες δεν δημιουργεί η αντίθεση στην εκμετάλλευση του πλούτου από τις πολυεθνικές, αλλά η βαθύτερη εμπλοκή στους ανταγωνισμούς για τις πρώτες ύλες, τους ενεργειακούς δρόμους και τις σφαίρες επιρροής.
Η περιβόητη «εθνική κυριαρχία» την οποία η Περιφερειακή αρχή και οι παρατάξεις που υπερψήφισαν, είναι α λα καρτ. Γιατί την ίδια στιγμή:
- Η κυβέρνηση της ΝΔ (όπως και οι προηγούμενες ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ) υπογράφει συμφωνίες με Αίγυπτο και Ιταλία που αφήνουν «γκρίζες ζώνες» και εκχωρούν δικαιώματα.
- Είναι στο τραπέζι η αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στο μισό Αιγαίο, το Τουρκολιβυκό μνημόνιο, όπως και η πάγια απειλή πολέμου (casus belli) από τη «σύμμαχο» στο ΝΑΤΟ Τουρκία.
- Η χώρα μετατρέπεται σε αμερικανοΝΑΤΟϊκό προγεφύρωμα, μπλέκεται βαθύτερα στους πολεμικούς σχεδιασμούς, μετατρέπεται σε στόχο αντιποίνων για χάρη των ιμπεριαλιστών «εταίρων».
Αυτή η πολιτική είναι επιζήμια για το λαό και επικερδής για τα μονοπώλια, γιατί παραδίδει τον ορυκτό πλούτο στο κεφάλαιο και τους σχεδιασμούς του, υποτάσσοντας τα συμφέροντα του λαού στα σχέδια του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και των μονοπωλιακών ομίλων.
Η «Λαϊκή Συσπείρωση» υποστηρίζει πως μόνο μέσα από έναν διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με τον λαό στην εξουσία, την κοινωνικοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και τον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό, μπορεί η ενέργεια να γίνει κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, και ο πλούτος να αξιοποιηθεί προς όφελος του λαού και της νέας γενιάς.
Καλούμε τον λαό της Πελοποννήσου να μην δείξει καμιά εμπιστοσύνη σε αυτούς που με ψευδεπίγραφα «εθνικά οράματα» προσπαθούν να ντύσουν την υποταγή στα συμφέροντα των ομίλων. Να παλέψει για να μπουν φραγμοί στα αντιλαϊκά σχέδια, να δυναμώσει η πάλη για ριζικές αλλαγές σε επίπεδο εξουσίας και οικονομίας.
Ο ενεργειακός πλούτος ανήκει στον λαό και μόνο στον λαό – και όχι στους «επενδυτές», το ΝΑΤΟ και τους μετόχους των πολυεθνικών».