Ἀρχιμανδρίτου Φιλίππου Χαμαργιᾶ
Πρωτοσυγκέλλου
Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσσηνίας
Γιὰ ἕναν περίπου αἰῶνα, καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὸ ἔτος 1945, ἡ ἑορτή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀποτελεῖ, γιὰ τὴν Μεσσηνία, ὄχι ἁπλᾶ μία ἀκόμη ἐκκλησιαστικὴ ἑορτή, ἀλλὰ “ἑορτῶν ἑορτή, καὶ πανήγυρις πανηγύρεων”, ἀφοῦ ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Μεσσηνίας ἀξιώθηκε νὰ ἔχει, τοὺς χρόνους αὐτούς, τρεῖς Ποιμενάρχες οἱ ὁποίοι φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἀναμφίβολα ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος ἀποτέλεσε στοὺς αἰῶνες, ὑπόδειγμα ἀφιερώσεως στὴν ποιμαντικὴ διακονία, κοσμῶντας μὲ τὸ ἔργο, τὴν ἠθικὴ καὶ τὴ διδασκαλία του τὴν Ἐκκλησία. Στὴ μοναχικὴ του ζωὴ ἀσκήθηκε μὲ περισυλλογή, αὐτοεξέταση καὶ προσευχή. Ὅλη του ἡ ζωὴ ἦταν ἀφιερωμένη στὴ θυσία καὶ στὴν προσφορὰ. Ἔστρεψε τὴν προσοχὴ του στὴν ἄσκηση τῆς φιλανθρωπίας περιθάλποντας στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ὅσους εἶχαν ἀνάγκη.
Μεγάλη σημασία εἶχε γιὰ τὸν Ἱερὸ Χρυσόστομο ἡ Παιδεία. Ἒλεγε ὅτι σκοπὸς τῆς Παιδείας εἶναι ἡ μετάληψη ἁγιότητας καὶ ὅτι πρέπει νὰ ἀποβλέπει στὴ διόρθωση καὶ ὄχι στὴν τιμωρία.
Στὰ πρότυπα βήματα αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἁγίου βάδισαν καὶ οἱ δύο τελευταίοι καὶ συνεχίζει νὰ βαδίζει καὶ ὁ νῦν Ποιμενάρχης τῆς Μεσσηνίας.
Ὁ Χρυσόστομος ὁ Α’ (Δασκαλάκης) προέστη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ 1945 ἕως τὸ 1961, σὲ δύσκολες καὶ μεταβατικὲς ἐποχὲς τόσο γιὰ τὴν Ἑλλαδικὴ Ἐκκλησία, ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἑλληνικὴ κοινωνία.
Ὁ ἀεικίνητος Δεσπότης, ὁ Δεσπότης τῶν ἔργων καὶ τῆς ἀγάπης πρὸς τὸ ταλαιπωρημένο ἀπὸ τὴν Κατοχὴ καὶ τὸν ἐμφύλιο σπαραγμὸ, ποίμνιό του, ὑπῆρξε ἄξιος διάδοχος τοῦ πάτρωνος ἁγίου
του καὶ ἐφάρμοσε τοὺς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «χαίρειν μετὰ τῶν χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ τῶν κλαιόντων».
Θεματοφύλακας καὶ τηρητὴς τῶν ἱερῶν παραδόσεων τῆς Ὀρθοδοξίας, ὑπῆρξε ταπεινὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἐπεδίωκε νὰ χαρίσει τὴν χαρὰ στὸν πονεμένο συνάνθρωπο, χωρὶς καμμία προβολή. Ἒκανε πράξη τὰ διδάγματα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως δείχνοντας, ὃπως οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὃτι ὁ θεολογικὸς λόγος διαχρονικῶς πρέπει ἐμπράκτως νὰ βοηθᾶ τὸν ἂνθρωπο, ἀφοῦ προβλήματα ὑπάρχουν σ’ ὃλες τὶς ἐποχές. Ὁ Χρυσόστομος Δασκαλάκης ὑπῆρξε ἔργῳ καὶ λόγῳ προφητικὸς, ἀφοῦ ἔκανε πράξη τοὺς λόγους, ποὺ θὰ γράψει πενήντα περίπου ἔτη ἀργότερα, ὁ μετέπειτα ἀναλαβὼν τὴν διαποίμανση τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσσηνίας Σεβ. Μητροπολίτης Χρυσόστομος Γ’ (Σαββᾶτος): «Ὁ ὀρθόδοξος θεολογικὸς λόγος, μέσα στὴν τεράστια κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ κρίση ποὺ μαστίζει τὴν ἀνθρωπότητα, πρέπει νὰ προβάλλει τὴν Ἐκκλησία ὡς θεσμὸ ποὺ στέκεται στὸ πλευρὸ τῶν καταπιεσμένων καὶ τῶν πτωχῶν, ποὺ δραστηριοποιεῖται ὁλοκληρωτικὰ μὲ στόχο τὴν ἀνακούφιση καὶ τὴν σωτηρία τοῦ σημερινοῦ καὶ προβληματισμένου ἀνθρώπου» .
Μᾶς ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ πρώην Παραμυθίας Τίτος: «Ὁ Χρυσόστομος Δασκαλάκης ἀφῆκεν ἐποχὴν δι’ ὅσων θαυμαστῶν ἔργων ἐπετέλεσε. Τὸ ὄνομα αὐτοῦ θ’ ἀναγραφῇ εἰς τὰς δέλτους τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας. Οὗτος ὑπῆρξε μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ μορφὴ, ἀπαράμιλλος εἰς πίστιν, ἀγάπην καὶ ἔνθεον ζῆλον πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, ὑπέροχος πνευματικὸς ἡγέτης, ποιμάνας τὸ θεοσεβὲς αὐτοῦ ποίμνιον θεοφιλῶς» 1.
Ἦταν Κυριακή τοῦ Θωμά, 16 Ἀπριλίου 1961, ὅταν οἱ καμπάνες τῆς Μεσσηνίας ἠχοῦσαν χαρμόσυνα γιὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Ὄρθρου. Μετά ἀπό λίγη ὥρα ὅμως τὶς χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες, διαδέχθηκαν οἱ πένθιμες ἐνημερώνοντας τό
χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Μεσσηνίας Χρυσόστομος Δασκαλάκης, αἰφνιδίως καὶ ἀώρως, “ἐπλήρωσε τὸ κοινὸν τοῦ βίου χρέος”.
Τὸ πένθος τοῦ λαοῦ τῆς Μεσσηνίας, ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τοῦ μακαριστοῦ Χρυσοστόμου τοῦ Α’ (Δασκαλάκη), ἦλθε νὰ ἀπαλύνει ἡ ἐκλογή τοῦ Μητροπολίτου Μεσσηνίας Χρυσοστόμου Β’ (Θέμελη) τοῦ ἀπὸ Θαυμακοῦ. Ἡ δράση καὶ ἡ ποιμαντική προσφορά τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου ὡς Ποιμενάρχου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, ἀλλὰ καὶ ὡς Ἐπισκόπου Θαυμακοῦ, Βοηθοῦ στὴν Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν, ἔχει ἀποτυπωθεῖ “χρυσοῖς γράμμασι”, στὴν νεώτερη Ἐκκλησιαστική Ἱστορία.
Ἐπιτέλεσε σημαντικὸ ἔργο στὴν Μητρόπολη Μεσσηνίας σὲ μιὰ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ κάτοικοι τῆς ἐπαρχίας αὐτῆς ἀντιμετώπιζαν σημαντικὰ οἰκονομικὰ καὶ κοινωνικὰ προβλήματα. Ἀνασυγκρότησε τὰ Ἐκκλησιαστικὰ Φιλανθρωπικὰ Ἱδρύματα καὶ Κληροδοτήματα. Ἀναζωογόνησε τὸ θεῖο κήρυγμα καὶ ὀργάνωσε Κατηχητικὰ Σχολεῖα σὲ ὅλες τὶς πόλεις καὶ κωμοπόλεις τῆς Μεσσηνίας. Ἀνήγειρε Κέντρο Νεότητας στὴν Καλαμάτα καὶ πολλὲς ἐνοριακὲς Στέγες. Ἀναστήλωσε καὶ συντήρησε τὶς Ἱερὲς Μονὲς καὶ μερίμνησε γιὰ τὴν καταγραφὴ καὶ ἔκδοση τῆς ἱστορικῆς τους διαδρομῆς καὶ τῶν κειμηλίων τους. Ἵδρυσε τὸ Ἐκκλησιαστικὸ Μουσεῖο καὶ Ἀρχεῖο ὅπου συγκέντρωσε ἱερὲς εἰκόνες, ἔγγραφα καὶ ἄλλα κειμήλια τῆς Μητροπόλεώς του καθὼς ἐπίσης καὶ Βιβλιοθήκη. Προήδρευσε σὲ πλεῖστα Διοικητικὰ Συμβούλια πνευματικοῦ φιλανθρωπικοῦ καὶ κοινωνικοῦ σκοποῦ. Σημαντικὴ ὑπῆρξε ἡ προσφορά του στὴν τοπικὴ κοινωνία κατὰ τὴν περίοδο τῶν σεισμῶν τοῦ Σεπτεμβρίου 1986 καὶ κυρίως μετὰ ἀπὸ αὐτούς, μὲ τὴν καθημερινὴ παρουσία του πνευματική, ἠθικὴ καὶ κυρίως ὑλικὴ στοὺς σεισμοπλήκτους Μεσσηνίους καὶ μὲ τὴν ἀναστήλωση, ἀνέγερση πολλῶν σεισμοπλήκτων Ναῶν, Ἱδρυμάτων καὶ Μονῶν.
Ὑπῆρξε φιλάνθρωπος Ἱεράρχης καὶ ἡ προσφορά του στὸν ἀναγκεμένο λαὸ τῆς Μεσσηνίας ὑπῆρξε ἀρκετὰ μεγάλη. «Ἐξέχουσα καὶ πολυτάλαντος προσωπικότης, ἐργατικὸς καὶ ἀσκητικὸς στὴν βιοτή
του, ἰδιαίτερη ἐκκλησιαστικὴ παρουσία καὶ αὐστηρὸς τηρητὴς τῶν ἰδεωδῶν καὶ τῶν κανόνων…»2. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ δράση του ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ πολλοὺς Ἱεράρχες στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸ ἐξωτερικὸ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χαρακτηρίζεται ὡς ὁ “Πρύτανης” τῆς Ἱεραρχίας.
Τρίτος κατὰ σειρά, Μητροπολίτης Μεσσηνίας, φερώνυμος τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, καὶ ὄχι τυχαῖα, ὁ κατὰ τὰ τελευταῖα δεκαοκτώ ἔτη Ποιμενάρχης μας κ. Χρυσόστομος Γ’ (Σαββᾶτος), τὸν Ποιμένα ποὺ θέτει “τήν ψυχήν αὐτοῦ ὑπέρ τῶν προβάτων”, τὸν Ἀπόστολο, Διδάσκαλο καὶ Εὐαγγελιστή τῆς Ἀγάπης καὶ τοῦ Ἦθους τοῦ Χρυσορρήμονος πατρός.
Εἶναι ὁ οδηγός καὶ σημαιοφόρος τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς θυσίας ὑπέρ τῶν ἄλλων. Εἶναι ὁ ὄντως Χρυσόστομος, ὁ διαλλακτικός, ὁ συνεκτικός καὶ ὁ δυναμικὸς ἐκφραστὴς τοῦ Ὀρθοδόξου Λόγου καὶ Πνεύματος, ὁ διδάσκαλος τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης, ὁ ὁποίος δὲν στέκεται στὶς περγαμηνὲς ποὺ τὸν συνοδεύουν, οὔτε στὶς ἐπευφημίες ποὺ τοῦ προσφέρουμε, ἀλλὰ ὄντας συνειδητοποιημένος Ἂνθρωπος πάνω ἀπ’ ὅλα, ἀγωνίζεται καὶ ἀγωνιᾶ, γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα. Εἶναι ἡ λαμπάδα ἡ ἄσβεστος ποὺ φωτίζει τὰ σκοτεινὰ μονοπάτια τῶν πνευματικῶν μας ἀναζητήσεων.
Ἅπαντες λοιπόν οἱ ὑπ’ αὐτοῦ ὁδηγούμενοι καὶ φωτιζόμενοι, κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἀναφωνοῦμε πρὸς τὸν Δεσπότην καὶ Θεόν, τοὺς ἐν σκηναῖς Δικαίων Χρυσόστομον Α’ καὶ Χρυσόστομον Β’ ἀνάπαυε εἰς αἰῶνας αἰώνων, τὸν δὲ Χρυσόστομον Γ’ κράτυνε, στήριξον καὶ “χάρισαι ταῖς ἁγίαις σου Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῷον, ἔντιμον, ὑγιᾶ μακροημερεύοντα καὶ ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας”.







