Από το Χάρη Ντιγριντάκη
Στις ράγες της πλήρους ανάπτυξης τροχοδρομεί το κομβικό οδικό έργο της Νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, που αφορά στον άξονα Καλαμάτα – Ριζόμυλος – Πύλος – Μεθώνη.
Το έργο, συνολικού ύψους 239,2 εκατ. ευρώ (πλέον ΦΠΑ), υλοποιείται από τον Όμιλο AKTOR μέσω Σύμπραξης Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), και προβλέπει τη μελέτη, κατασκευή, χρηματοδότηση, λειτουργία και συντήρησή του για διάστημα 26 ετών μετά την παράδοση.
Σύμφωνα με τον όμιλο AKTOR εδώ και μήνες, έχουν στηθεί εργοτάξια σε κομβικά σημεία της διαδρομής, με τις πρώτες εκσκαφές και τεχνικές παρεμβάσεις να βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. Περιλαμβάνουν έργα όπως κάτω διαβάσεις, οχετούς, διανοίξεις αρτηριών, φρέατα και γεφυροποιία – μεταξύ των οποίων και κοιλαδογέφυρες μεγάλου μήκους και ύψους.
Ταυτόχρονα, έχει ολοκληρωθεί μεγάλος όγκος μελετών, ενώ άλλες βρίσκονται σε διαδικασία έγκρισης. Όσο προχωρούν οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης των απαιτούμενων εκτάσεων, τόσο θα πυκνώνουν τα εργοτάξια, επιταχύνοντας τον ρυθμό των εργασιών.
49 χιλιόμετρα υψηλής ταχύτητας
Επισημαίνεται ότι το έργο περιλαμβάνει τη δημιουργία νέου σύγχρονου οδικού άξονα μήκους 49 χιλιομέτρων, ο οποίος θα αναβαθμίσει τον υφιστάμενο δρόμο σε αυτοκινητόδρομο ταχείας κυκλοφορίας, με αυξημένα πρότυπα οδικής ασφάλειας και αισθητά μειωμένους χρόνους μετακίνησης.
Η νέα χάραξη θα παρέχει βελτιωμένη πρόσβαση στο Διεθνές Αεροδρόμιο Καλαμάτας, καλύτερη σύνδεση με τη Μεσσήνη, τον αυτοκινητόδρομο Μορέα, το Νοσοκομείο Καλαμάτας, βιομηχανικές μονάδες της περιοχής, αλλά και το Costa Navarino, ενισχύοντας περαιτέρω την αναπτυξιακή προοπτική της Μεσσηνίας.
Πολυεπίπεδη διασύνδεση
Στο πλαίσιο του έργου θα κατασκευαστούν ισόπεδοι και ανισόπεδοι κόμβοι που θα συνδέουν τον άξονα με όλους τους κομβικούς προορισμούς της περιοχής, μεταξύ των οποίων η Καλαμάτα, η Μεσσήνη, η Κορώνη και το αεροδρόμιο «Καπετάν Βασίλης Κωνσταντακόπουλος». Η παράκαμψη της Μεσσήνης με νέο τμήμα μήκους 4 χλμ. αποτελεί σημαντική προσθήκη για την αποσυμφόρηση της περιοχής.
Καινοτομία του έργου σύμφωνα με τον όμιλο AKTOR αποτελεί η μακροχρόνια υποχρέωση λειτουργίας και συντήρησης για 26 χρόνια, γεγονός που διασφαλίζει υψηλής ποιότητας υποδομές και υπηρεσίες για τις επόμενες δεκαετίες, απαλλάσσοντας το Δημόσιο από το διαχρονικό βάρος της υποχρηματοδότησης της συντήρησης.