Η Παναγία Έλωνα, δεν είναι μόνο το μοναστήρι του Πάρνωνα όπου θα εκφράσουν οι προσκυνητές την πίστη τους, αλλά ένας τόπος που σημάδεψε τον δεκαπενταύγουστο γενεών και γενεών, μέσα από εικόνες, ήχους και μυρωδιές, που έχουν πια χαθεί.
Οι καιροί αλλάζουν, οι εξελίξεις τρέχουν και μέσα σε όλη αυτή τη φρενίτιδα, παρασέρνονται κι όλες εκείνες οι σπουδαίες και αγνές στιγμές, που δημιούργησαν μικρές ανθρώπινες ιστορίες, διανθισμένες με το ηχόχρωμα, μιας αυθεντικής εποχής.
Παναγία Έλωνα: Το μοναστήρι του Πάρνωνα που σημάδεψε τον δεκαπενταύγουστο γενεών και γενεών

Η Παναγία Έλωνα, βρίσκεται στον νομό Αρκαδίας και απέχει 16 χιλιόμετρα από το πεδινό Λεωνίδιο Κυνουρίας και άλλα 14 χιλιόμετρα, από τον ορεινό Κοσμά. Αναμφίβολα, αποτελεί ένα θρησκευτικό σύμβολο της περιοχής, με τη φήμη του να αγγίζει τις καρδιές των πιστών, πολύ μακρύτερα από τα στενά όρια του νομού Αρκαδίας και του Πάρνωνα.
Με μια ιστορία στον χρόνο, να ξεκινάει περίπου το 1300 και σταδιακά να οικοδομείται η Μονή, αρχικά με ασκηταριά και αργότερα με το καθολικό, τα κελιά και τους βοηθητικούς χώρους· σημαδεύτηκε από όλα τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα ανά τους αιώνες, με την πιο πρόσφατη πληγή, της κλοπής της εικόνας της Παναγίας το 2006.
Μέχρι σήμερα, θα συναντήσεις τον δεκαπενταύγουστο πιστούς κάθε ηλικίας, να πηγαίνουν στο μοναστήρι περπατώντας. Άλλοι ακολουθώντας τον δρόμο από κοντινά και μακρινά χωριά, ακόμη και από τη Σπάρτη και άλλοι κάποιο ορεινό μονοπάτι, ερχόμενοι από Λακωνία. Απαραίτητη στάση ξεκούρασης και ανάκτησης δυνάμεων, αποτελεί για όλους ο Κοσμάς.

Η ίδια εικόνα σχηματίζεται και από τον δρόμο του Λεωνιδίου, όπου πιστοί σε παρέες, ανηφορίζουν για το μοναστήρι του κόκκινου βράχου. Κι αυτή η εικόνα, είναι μια αγνή πράξη πίστης και αφοσίωσης, που παραμένει αναλλοίωτη στον χρόνο καθώς όλα τα υπόλοιπα, τείνουν να εξαφανιστούν εντελώς.
Αν ταξιδέψουμε πίσω στον χρόνο, θα δούμε ένα μοναστήρι να κατοικείται μόνιμα από μοναχές και να σφύζει από ζωή, κάθε μέρα. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, ήταν ένα σταθερό τηλέφωνο, με την ένδειξη «τηλεφωνείον». Παρά το απότομο ανάγλυφο του εδάφους, οι καλόγριες διατηρούσαν ζωντανά και μποστάνι, για να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερη αυτάρκεια.
Η γιορτή της Παναγίας στο μοναστήρι της Έλωνας

Σε εκείνες τις αλλοτινές εποχές, θα βρούμε τον δεκαπενταύγουστο πλήθος κόσμου, να απλώνει κουβέρτες στις βεράντες των κελιών και στα πλατιά σκαλοπάτια, για να κοιμηθεί μετά τον εσπερινό. Θα ακούσουμε ψαλμωδίες ζωντανά από τους ιερείς και τους ψάλτες, θα συνοδεύσουμε την περιφορά της εικόνας εντός της Μονής.
Θα μυρίσουμε τη φακή να βράζει στο καζάνι, για να προσφέρουν οι μοναχές ένα πιάτο φαγητό, στους πεζοπόρους και σε όσους νήστευαν. Θα δούμε τον δίσκο με τα καφεδάκια, να βγαίνει στη βεράντα για να κεραστούν όλοι από ένα φλιτζάνι και θα πασπαλιστούμε με τη ζάχαρη, από τα λουκούμια.

Κι επειδή δεν αρκούσαν οι καλόγριες του μοναστηριού, στη μεγάλη γιορτή της ορθοδοξίας, έσπευδαν εθελοντές τον δεκαπενταύγουστο από τα γύρω (ή και μακρινότερα) χωριά για να βοηθήσουν την Παναγιά. Συγύριζαν το μοναστήρι, ασβέστωναν τα πεζούλια, έφτιαχναν χειροποίητα κεριά, κλάδευαν, πότιζαν και ό, τι άλλο είχε ανάγκη, το καταφύγιο της πίστης τους.
Και τα βράδια, καθένας στη γωνιά του, κοιμόταν στο πιο ήσυχο μέρος της πλάσης, αναζητώντας καθείς ξεχωριστά τις δικές του απαντήσεις στα μονοπάτια ενός κόσμου, που τον βλέπεις μόνο με τα μάτια της καρδιάς.

Κι ύστερα, γυναίκες από τις γύρω περιοχές, μαζεύονταν στα Εννιάμερα της Παναγίας, να πλύνουν τα σκεπάσματα και να συγυρίσουν το μοναστήρι, αφήνοντάς το καθαρό και περιποιημένο.