Προφυλακιστέος κρίθηκε πριν από λίγο ο 37χρονος καθ’ ομολογίαν δολοφόνος της 11χρονης Βασιλικής, στην Ηλεία.
Η διαδικασία της απολογίας του ολοκληρώθηκε πριν από λίγα λεπτά και με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα Ηλείας θα οδηγηθεί στην φυλακή, όπως αναμενόταν.
Ο δράστης μετά την απολογία του οδηγήθηκε και πάλι στα κρατητήρια της ΔΑ Ηλείας.
Υπό δρακόντεια μέτρα ασφάλειας
Υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και χωρίς να μεταφερθεί στο δικαστικό Μέγαρο Πύργου, απολογήθηκε ο 37χρονος δράστης.
Στο αστυνομικό μέγαρο της Ηλείας όπου κρατείται, μετέβη η ανακρίτρια, παρουσία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων. Τρεις διμοιρίες των ΜΑΤ, περιπολικά και ακροβολισμένοι αστυνομικοί βρίσκονταν γύρω από το ΑΤ. Σημειώνεται πως στο σημείο, μετά την ανακρίτρια μετέβη και ο εισαγγελέας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η απολογία του δε διέφερε πολύ από την κατάθεσή του στην οποία ομολόγησε την πράξη του και περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια πώς έπεισε το παιδί να τον ακολουθήσει στη βόλτα, πώς επιχείρησε να το βιάσει και πώς τελικά το σκότωσε.
Το χρονικό του στυγερού εγκλήματος
Η 11χρονη Βασιλική το βράδυ της Κυριακής είχε πει στην μητέρα της ότι θα πήγαινε στο σπίτι του παππού της, που βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το δικό τους, όμως δεν κατάφερε να φτάσει ποτέ.
Στην ανάλυση από τις κάμερες ασφαλείας στην περιοχή, διαπιστώθηκε ότι ένα όχημα πλησίασε την 11χρονη και εκείνη επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο, γεγονός που οδήγησε στο συμπέρασμα πως γνώριζε τον οδηγό, ο οποίος τελικά ήταν ο θείος.
Οι Αρχές προχώρησαν αρχικά στην προσαγωγή του 37χρονου ο οποίος στη συνέχεια ομολόγησε πως ήταν αυτός που σκότωσε την ανήλικη.
Από την πρώτη στιγμή που η μητέρα του κοριτσιού δήλωσε την εξαφάνιση της κόρης της, η Αστυνομία αναζήτησε βιντεοληπτικό υλικό από κάμερες ασφαλείας.
Η ανατριχιαστική περιγραφή του 37χρονου
Η περιγραφή του 37χρονου για το πώς έφτασε στη δολοφονία της 11χρονης Βασιλικής στην Ηλεία ήταν ανατριχιαστική.
Όπως είπε στους αστυνομικούς ο 37χρονος δράστης, το μοιραίο για την 11χρονη πρωί της Κυριακής «σταμάτησα στον φούρνο και είδα την ανιψιά μου. Δεν ξέρω πώς μου ήρθε και της είπα να πάμε για βόλτα. Μου απάντησε ναι. Κανονίσαμε να πάμε στις 8 το βράδυ».
Συνεχίζοντας την ομολογία του παραδέχθηκε ότι είχε σκοπό να βιάσει το κορίτσι, αφού είπε: «Όταν έφυγα από το σπίτι της, για να μη μας δουν, πήγα και την περίμενα. Ήρθε με τη θέλησή της. Πήγαμε σε ένα μίνι μάρκετ και πήραμε αναψυκτικά. Όταν φτάσαμε εκεί που πηγαίναμε, την έπιασα από το χέρι και της είπα να συνευρεθούμε. Μου είπε όχι και ότι θα το πει στους γονείς της».
Ο δολοφόνος, που δεν ήταν διατεθειμένος να δεχθεί το «όχι», και μάλιστα από ένα παιδάκι μόλις 11 χρονών, περιέγραψε στη συνέχεια τις στιγμές της δολοφονίας: «Θόλωσα, την πέταξα κάτω και άρχισα να την καρφώνω με το κατσαβίδι στο λαιμό και την πλάτη. Την άρπαξα από τα μαλλιά και την έσυρα στο χωράφι. Εκεί άκουσα ένα «αχ» και μετά τίποτα. Την πέταξα στα καλάμια και πήγα στο σπίτι της μάνας μου».